Μας είναι πλέον γνωστό ότι μέχρι το 2030 ο πλανήτης μας θα χρειάζεται 50% περισσότερα τρόφιμα, 30% περισσότερο νερό και 45% περισσότερη ενέργεια. Διαβάζοντας την αλήθεια των αριθμών αντιλαμβανόμαστε ότι ο υφιστάμενος τρόπος παραγωγής δεν επιτρέπει την κάλυψη των ανθρωπίνων αναγκών, Ως εκ τούτου απαιτείται η εξεύρεση και εφαρμογή νέων τρόπων παραγωγής που θα επιτρέπουν την χρήση των πόρων, μέσα από μία επαναληπτική διαδικασία χρησιμοποίησης τους, στην αλυσίδα παραγωγής.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Βιο-οικονομία καλύπτει όλους τους τομείς που βασίζονται σε βιολογικούς πόρους, συμπεριλαμβανομένων των οργανικών αποβλήτων, τις διασυνδέσεις μεταξύ οικοσυστημάτων και των υπηρεσιών που παρέχουν, τους τομείς της πρωτογενούς παραγωγής, όπως γεωργία, δασοκομία, αλιεία και υδατοκαλλιέργεια και τους οικονομικούς και βιομηχανικούς τομείς που χρησιμοποιούν βιολογικούς πόρους και διεργασίες.
Η Βιο-οικονομία συνδυάζοντας τη βιολογία και την οικονομία δημιουργεί ένα κοινωνικοοικονομικό μοντέλο που σέβεται το περιβάλλον και εξασφαλίζει την αειφορία προσφέροντας συγχρόνως λύσεις σε παγκόσμια προβλήματα όπως η αλλαγή του κλίματος και η εξάντληση των φυσικών πόρων.
Όταν αναφερόμαστε στη Βιο-οικονομία για την ακρίβεια αναφερόμαστε στη διαχείριση που πραγματοποιείται από την ίδια τη βιολογία των φυσικών πόρων στα δικά τους οικοσυστήματα και στο μοντέλο συμβίωσης στο οποίο συμμετέχουν όλα τα άτομα του εν λόγω οικοσυστήματος. Αναφερόμαστε δηλαδή στη βιολογική φυσική οικονομία.
Η πρόταση της Βιο-οικονομία είναι η αναδιατύπωση της ανθρώπινης οικονομίας ώστε να μην λαμβάνεται υπόψη μόνο η νομισματική πτυχή αλλά όλο το βιολογικό και κοινωνικό οικοσύστημα ελαχιστοποιώντας τις επιπτώσεις στο περιβάλλον και καλύπτοντας τις ανθρώπινες ανάγκες διαβίωσης στο διηνεκές.
Επίσης χρησιμοποιεί τις προηγμένες τεχνολογίες και τις επιστημονικές γνώσεις σε όλους τους τομείς με στόχο την ανάπτυξη προϊόντων και υπηρεσιών που να είναι περιβαλλοντικά φιλικά, οικονομικά βιώσιμα και κοινωνικά αποδεκτά.
Αναγνωρίζοντας την εξαιρετική σημασία της προώθησης της Βιο-οικονομίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε, το 2012, τη Στρατηγική "Καινοτομία για βιώσιμη ανάπτυξη: Μια Βιο-οικονομία για την Ευρώπη" βασικοί στόχοι της οποίας είναι η προώθηση της αποδοτικότερης αξιοποίησης των φυσικών πόρων, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και η δημιουργία θέσεων εργασίας.
Επίσης το Συμβούλιο Γεωργίας και Αλιείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετά από ανταλλαγή απόψεων, ενέκρινε στις 25 Απριλίου 2023, συμπεράσματα σχετικά με τις ευκαιρίες που παρέχει η Βιο-οικονομία υπό το πρίσμα των σημερινών προκλήσεων, εστιάζοντας στις αγροτικές περιοχές. Οι υπουργοί τόνισαν τον καίριο ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει η Βιο-οικονομία στην επίτευξη των περιβαλλοντικών και κλιματικών στόχων της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας.
Σήμερα κράτη μέλη όπως Αυστρία, Φινλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Ιρλανδία, Ιταλία, Λετονία, Ολλανδία και Ισπανία έχουν υιοθετήσει εθνικές στρατηγικές για τη Βιο-οικονομία.
Η Κύπρος δεν έχει καταρτίσει ακόμα τη δική της Εθνική Στρατηγική. Το Υπουργείο Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος της χώρας επιχειρώντας να δώσει απάντηση στο ερώτημα για τη μη κατάρτιση Εθνικής στρατηγικής απάντησε ότι "Η Βιο-οικονομία προωθείται στο παρόν στάδιο μέσω στρατηγικών και σχεδίων δράσης που εφαρμόζονται στους τομείς της αγροτικής πολιτικής, της ενέργειας και του κλίματος, της δασικής πολιτικής, της πρόληψης και διαχείρισης των αποβλήτων και των πράσινων δημόσιων συμβάσεων". Κατά τη γνώμη μου η Κύπρος θα ωφεληθεί εάν καταρτίσει τη δική της ολοκληρωμένη Εθνική Στρατηγική και άξονες δράσης.
Οι δράσεις της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής "Καινοτομία για βιώσιμη ανάπτυξη: Μια Βιο-οικονομία για την Ευρώπη" εστιάζουν σε επενδύσεις στην έρευνα και καινοτομία, στην ενίσχυση της συνεργασίας των πολιτικών και στη στήριξη των αγορών και των τομέων της Βιο-οικονομίας.
Για εφαρμοστούν οι δράσεις και να επιτευχθούν οι στόχοι των στρατηγικών και σχεδίων δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι σημαντικό να δοθεί έμφαση στην ανάπτυξη των γνώσεων και δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού μέσα από στοχευμένα προγράμματα στα πλαίσια της δια βίου μάθησης.
Αυτό κατά την άποψη μου, παρόλο που γίνεται σε κάποιο βαθμό, δεν έχει φέρει μέχρι στιγμής τα αναμενόμενα ποσοτικά και ποιοτικά αποτελέσματα σε επίπεδο χώρας, γιατί η βιώσιμη ανάπτυξη ως οικονομικό μοντέλο - και οι επιμέρους παράμετροι που το στοιχειοθετούν - δεν έχουν πάρει από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη (πολιτεία, οικονομικούς φορείς, κοινωνία) τη μορφή του κατεπείγοντος.
Απαιτείται επίσης εκπαίδευση και έρευνα ως εκ τούτου η Ευρωπαϊκή Ένωση ενθαρρύνει την καινοτομία και τη συνεργασία μεταξύ επιχειρήσεων, ερευνητικών ιδρυμάτων, τοπικών αρχών και της κοινωνίας των πολιτών. Η περαιτέρω ανάπτυξη αυτής της συνεργασίας μόνο θετικό αντίκτυπο μπορεί να έχει. Πρόκειται για μία win - win διαδικασία η οποία μπορεί να επιφέρει σημαντικά οφέλη όπως είναι η εξασφάλιση της οικονομικής βιωσιμότητας των ίδιων των φορέων της συνεργασίας.
Ιωάννα Παναγιώτου
Βιολόγος/ΜΒΑ/ΜΑ
Εκτελεστική Διευθύντρια Πανεπιστημίου Λεμεσού